Κατανοώντας τον επίμονο πόνο

Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει τεράστια πρόοδος στον τομέα των νευροεπιστημών που ασχολείται με τον πόνο. Πολλές από αυτές τις ανακαλύψεις είναι πολύ καινούργιες και δεν είναι ευρέως γνωστές. Το παρόν άρθρο θα προσπαθήσει να ξεδιπλώσει με απλό τρόπο το τι είναι πόνος, ποια είναι η σημασία του και πώς επηρεάζει την ζωή των ασθενών μας.

Σύμφωνα με τον IASP (International Association for the Study of Pain) ο πόνος ορίζεται ως :

«Μια δυσάρεστη αισθητηριακή και συναισθηματική εμπειρία συσχετιζόμενη με πραγματική ή δυνητική ιστική βλάβη, ή περιγραφόμενη με όρους μιας τέτοιας βλάβης.»

Ωστόσο υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ του οξέος και του επίμονου πόνου και θα εξηγήσουμε τι εννοούμε στη συνέχεια. Προς το παρόν ας πούμε μερικά πράγματα για το πόσο εκπληκτική (ή όχι τόσο εκπληκτική στην περίπτωση του επίμονου πόνου) είναι η λειτουργία του πόνου.

ΟΞΥΣ ΠΟΝΟΣ


Το σύστημα του πόνου είναι αποτέλεσμα της εξέλιξης και έχει έναν και μόνο σκοπό: την προστασία μας. Όταν ήμασταν παιδιά και ακουμπήσαμε για πρώτη φορά το αναμμένο μάτι της κουζίνας συνέβη ένα μικρό θαύμα. Τη στιγμή που ακουμπήσαμε το μάτι της κουζίνας με το δάχτυλό μας ερεθίσαμε κάποιους υποδοχείς/ νευρικές απολήξεις που βρίσκονται στο δέρμα μας, τους λεγόμενους αλγοϋποδοχείς (αλγο-ϋποδοχείς ίσως δεν είναι ο πιο ακριβής όρος γιατί στην ουσία αυτές οι νευρικές απολήξεις δεν αναγνωρίζουν άλγος/πόνο αλλά κίνδυνο). Εκείνη τη στιγμή ένα μήνυμα (ή αλλιώς μια ηλεκτρική/νευρική ώση) ξεκινάει από αυτούς του υποδοχείς με κατεύθυνση το κεντρικό νευρικό σύστημα. Το μήνυμα φτάνει στον νωτιαίο μυελό όπου γίνεται η πρώτη επεξεργασία και στη συνέχεια κατευθύνεται προς τον εγκέφαλο. Ο εγκέφαλος πλέον (και πιο συγκεκριμένα ο σωματοαισθητικός φλοιός) είναι αυτός που θα αποφασίσει εάν αυτό το μήνυμα είναι άξιο προσοχής ή όχι. Ο εγκέφαλος βασίζει την απόφασή του σε μια πληθώρα ερεθισμάτων μεταξύ των οποίων το τριγύρω περιβάλλον την συγκεκριμένη στιγμή (εάν ο γονιός αντιδράσει έντονα την στιγμή που το παιδί του πέσει και χτυπήσει είναι πιο πιθανό το παιδί να κλάψει), προηγούμενες εμπειρίες ή ακόμα την ψυχολογική και συναισθηματική κατάστασή μας τη συγκεκριμένη στιγμή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο εγκέφαλος πήρε την απόφαση να παράγει την αίσθηση του πόνου όπως επίσης την απότομη απομάκρυνση του χεριού μας από το μάτι της κουζίνας.

Στο παραπάνω παράδειγμα η αίσθηση του πόνου ήταν πολύτιμη για την επιβίωσή μας εκείνη τη στιγμή (εάν όχι την επιβίωση ολόκληρου του οργανισμού μας σίγουρα την επιβίωση του δακτύλου μας), και επίσης ο πόνος είχε εκπαιδευτικό χαρακτήρα με την έννοια ότι ποτέ ξανά δεν ακουμπήσαμε το μάτι της κουζίνας γιατί πλέον θυμόμαστε (συνειδητά ή ασυνείδητα) πόσο άσχημο συναίσθημα βιώσαμε.

Εδώ μιλάμε για τον οξύ πόνο, στην περίπτωση του οποίου ο πόνος έχει να κάνει με ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ.Τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά στην περίπτωση του επίμονου πόνου.

ΕΠΙΜΟΝΟΣ ΠΟΝΟΣ

(Συνειδητά χρησιμοποιούμε την λέξη ‘επίμονος’ και όχι ‘χρόνιος’ πόνος γιατί ο χρόνιος πόνος στο μυαλό τον ασθενών μπορεί να συσχετιστεί με την έννοια της μονιμότητας και αυτό από μόνο του μπορεί να λειτουργήσει σαν nocebo).

Ο επίμονος πόνος διαρκεί παραπάνω από τον οξύ πόνο και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι ένδειξη βλάβης σε κάποιον ιστό (δέρμα, άρθρωση, μυ, σύνδεσμο), ακόμα και αν βιώνεται με αυτόν τον τρόπο. Στο παρελθόν πιστεύαμε πως ο επίμονος πόνος έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν έχει γίνει σωστή επούλωση μετά από κάποιον τραυματισμό, αλλά τώρα ξέρουμε πως στις περισσότερες περιπτώσεις τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Στην πραγματικότητα ο πόνος πλέον δεν έχει να κάνει με κάποιον τραυματισμό αλλά περισσότερο έχει να κάνει με το κεντρικό νευρικό μας σύστημα. Φανταστείτε πως ο ρυθμιστής της έντασης της λειτουργίας του πόνου να έχει αφεθεί στο ανώτατο όριο, όπως ένα ραδιόφωνο έχει κολλήσει στη διαπασών.

Είναι εξαιρετικά σημαντικό για τους ασθενείς μας να κατανοήσουν πώς μπορούν να χαμηλώσουν την ένταση ξανά, παρόλο που μπορεί να πάρει χρόνο και μεγάλη προσπάθεια.

Εάν βιώνετε πόνο αυτή τη στιγμή δεν είστε μόνοι, περίπου 20% του πληθυσμού βιώνει πόνο ο οποίος είναι επίμονος για περισσότερο από 3 μήνες. Σύμφωνα με τις επιστημονικές έρευνες ένα είναι σίγουρο, βιώνετε πόνο γιατί ο εγκέφαλός σας έχει πεισθεί πώς το σώμα σας έχει ανάγκη από προστασία.

Το νευρικό μας σύστημα κάνει πολλά παραπάνω από το να μεταβιβάζει απλώς μηνύματα. Ολόκληρο το νευρικό μας σύστημα, συμπεριλαμβανομένου του νωτιαίου μυελού και του εγκεφάλου, αλλάζει σύμφωνα με το τι κάνουμε και τον κόσμο γύρω μας. Το πόσο ευαίσθητο (ή αλλιώς ευερέθιστο) είναι το νευρικό μας σύστημα σχετίζεται άμεσα με το τι γίνεται γύρω μας, σαν να ανεβάζουμε ή να κατεβάζουμε την ένταση του ραδιοφώνου. Κάποιες φορές αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες αλλαγές στο επίπεδο του πόνου χωρίς προφανή λόγο.

ΜΥΘΟΣ: ΕΠΙΜΟΝΟΣ ΠΟΝΟΣ = ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΒΛΑΒΗ

Πολλές φορές ο επίμονος πόνος θεωρείται αποτέλεσμα συνεχιζόμενης ή επαναλαμβανόμενης βλάβης στο σώμα. Ωστόσο, πόνος που παραμένει παραπάνω από 3 μήνες έχει να κάνει περισσότερο με αλλαγές στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο επίμονος πόνος μπορεί να περιγραφεί σαν ‘μη ωφέλιμες αλλαγές στο νευρικό σύστημα’. Ο αρχικός τραυματισμός έχει επουλωθεί όσο το δυνατό περισσότερο και πλέον το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η αυξημένη ένταση. Το γεγονός αυτό μπορεί να ξαφνιάζει αρκετούς αλλά η επιστημονική έρευνα είναι αρκετά ξεκάθαρη. Το νευρικό σύστημα είναι πλέον πιο ευαίσθητο στα ερεθίσματα.

Αν και μερικές φορές ο επίμονος πόνος μπορεί να μοιάζει με τον οξύ, συνήθως δρα διαφορετικά. Το νευρικό σύστημα απαντά σε απλά ερεθίσματα όπως η αφή, το κρύο ή μια απλή κίνηση σαν να ήταν κάτι επικίνδυνο. Κάτι το οποίο δεν πονούσε παλιότερα τώρα πονάει (αλλοδυνία) και κάτι που πονούσε λίγο τώρα πονάει πολύ (υπεραλγησία). Απλές καθημερινές κινήσεις όπως το περπάτημα, το σκύψιμο ή ακόμα και μόνο η σκέψη μια συγκεκριμένης κίνησης μπορούν να ενεργοποιήσουν τον πόνο. Τα παραπάνω είναι σημάδια πως το πρόβλημα πλέον δε βρίσκεται σε κάποιον συγκεκριμένο ιστό αλλά έχει να κάνει με την ένταση στο νευρικό σύστημα.

ΑΛΛΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ

Μέχρι τώρα μιλήσαμε για το νευρικό σύστημα και τον εγκέφαλο, αλλά κάθε σύστημα που σχετίζεται με τη λειτουργία του οργανισμού μας μπορεί να συμμετέχει στην παραγωγή πόνου. Ο τρόπος που ένας άνθρωπος βιώνει τον πόνο επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες. Είμαστε κοινωνικά, πνευματικά και ψυχικά όντα και ο επίμονος πόνος μπορεί να επηρεάσει κάθε τομέα της ζωής μας. Συνεπώς, η αντιμετώπιση του επίμονου πόνου πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον άνθρωπο σαν οντότητα και να μη γίνεται μόνο στη βάση της ιστικής (εάν υπάρχει) βλάβης (βιο-ψυχο-κοινωνικό μοντέλο).

Οι περισσότεροι από εμάς αναγνωρίζουμε πως στρεσογόνες ή έντονα συναισθηματικές καταστάσεις μπορούν να επηρεάσουν τον πόνο που βιώνουμε. Μπορεί να είναι η κούραση λόγω έλλειψης ύπνου το προηγούμενο βράδυ, μια διαμάχη με την φίλη/ο μας ή τα παιδιά μας, μια δύσκολη μέρα στη δουλειά ή το άγχος πληρωμής των λογαριασμών. Οι σκέψεις μας, τα πιστεύω μας και το περιβάλλον μπορούν επίσης να μας κάνουν επιρρεπείς στην αύξηση της έντασης και συνεπώς στην εμπειρία του πόνου. Παρόλο που ξέρουμε πως ο πόνος είναι μια απόφαση που δε γίνεται συνειδητά, ξέρουμε επίσης πως συνειδητές πράξεις μπορούν να επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό τον πόνο.

Η επιστήμη έχει αναγνωρίσει κάποιους από τους παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε επίμονο πόνο:

  • πόσο φοβισμένο, ανήσυχο ή στρεσαρισμένο είναι το άτομο τη στιγμή του τραυματισμού
  • τι σημαίνει ο τραυματισμός για ένα άτομο, και τι πιστεύει πως του συνέβη
  • πόσο καιρό το άτομο αποφεύγει τις συνηθισμένες για αυτόν δραστηριότητες
  • το οικογενειακό ιστορικό του ατόμου

Η ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ

Όταν το σώμα τραυματίζεται απελευθερώνει χημικές ουσίες ( φλεγμονή) οι οποίες ερεθίζουν νεύρα τα οποία με τη σειρά τους στέλνουν μηνύματα κινδύνου προς τον εγκέφαλο. Οι χημικές ουσίες οι οποίες σχετίζονται με την κούραση, το στρες, το άγχος ή την κατάθλιψη είναι πολύ παρόμοιες με τις χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται για τη μεταβίβαση μηνυμάτων κινδύνου και βλάβης. Σε ένα ευερέθιστο (ανεβασμένη ένταση) νευρικό σύστημα, οι χημικές ουσίες που απελευθερώνονται, όταν για κάποιο λόγο η ψυχολογία μας δεν είναι καλή, μπορούν να ανεβάσουν την ένταση ακόμα πιο πολύ και να κάνουν τον πόνο χειρότερο.

Ευτυχώς, το σύστημα δουλεύει και με τον αντίθετο τρόπο. Οι χημικές ουσίες που συνδέονται με την ευτυχία, τη χαρά και την ικανοποίηση μπορούν να χαμηλώσουν την ένταση του νευρικού μας συστήματος. Αυτό το υπέροχο σύστημα έχει χαρακτηριστεί από κάποιους σαν το ‘φαρμακείο του εγκεφάλου’. Ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να ενεργοποιήσουμε το ‘φαρμακείο του εγκεφάλου’ είναι κάνοντας πράγματα τα οποία είναι σημαντικά για εμάς και μας φέρνουν χαρά. Τα φυσικά παυσίπονα που παράγει ο εγκέφαλος είναι πιο αποτελεσματικά από κάθε παυσίπονο που κυκλοφορεί στην αγορά.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Τώρα που κατανοείτε καλύτερα τον πόνο μπορείτε να ξεκινήσετε να μειώνετε την ένταση και να ξαναπάρετε τον έλεγχο της ζωής σας στα χέρια σας. Συνήθως παίρνει χρόνο αλλά είναι ΕΦΙΚΤΟ.

Το πρώτο βήμα είναι να κατανοήσετε πως ο πόνος δεν ισούται πάντα με βλάβη. Όταν το άτομο κάνει θετικές αλλαγές στη ζωή του απελευθερώνονται ‘χημικά χαράς’, όπως ενδορφίνες. Μια μικρή νίκη οδηγεί σε μια άλλη. Με την αύξηση των δραστηριοτήτων και της αυτοπεποίθησης, οι άνθρωποι τείνουν να βιώνουν λιγότερο πόνο, πράγμα που συνεπάγεται με καλύτερη ποιότητα ζωής. Παραδείγματα δραστηριοτήτων που απελευθερώνουν ‘χημικά χαράς’ είναι ο σωστός τρόπος άσκησης, η συμμετοχή σε πράγματα που μας δίνουν χαρά ή η προσπάθεια πραγματοποίησης ενός στόχου που έχει σημασία για εμάς.

Πρακτικά tips που μπορούν να μειώσουν την ένταση του πόνου:

1. Αύξηση δραστηριοτήτων

2. Προσπάθεια πραγματοποίησης προσωπικών στόχων

3. Αλλαγή νοοτροπίας απέναντι στον πόνο

Υ.Γ: Το παρόν άρθρο δεν έχει ως στόχο να αντικαταστήσει τον γιατρό ή τον φυσικοθεραπευτή σας. Σε περίπτωση ασυνήθιστου-μη μηχανικού πόνου επισκεφτείτε τον γιατρό σας ο οποίος μπορεί να αποκλείσει σοβαρότερες παθολογίες.

Αναφορές:

1. Moseley and Butler, Explain pain supercharged, First edition (2017)

2. Gifford and Butler, (1997) The integration of pain sciences into clinical practice

3. Nijs et al., (2009) Recognition of central sensitization in patients with musculoskeletal pain: Application of pain neurophysiology in manual practice

4. Moseley (2007) Reconceptualising pain according to modern pain science

5. Nijs et al., (2014) Applying modern pain neuroscience in clinical practice: Criteria for the classification of central sensitization pain

6. Jones et al., (2006) Challenges in applying best evidence to physiotherapy practice: Part 2- Health and clinical reasoning model to facilitate evidence-based practice

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *